ΑΠΟΦΑΣΗ 141/2017
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Σοφία – Αλεξάνδρα Ζήκου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίσθηκε κατόπιν νόμιμης κλήρωσης.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 9 Μαρτίου 2017, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την αίτηση µε αριθμό κατάθεσης ……./7-11-2016 και αντικείμενο την προσωρινή επιδίκαση απαίτησης μεταξύ :
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ : ……. του ……., κατοίκου ……………. Φθιώτιδας, µε ΑΦΜ ……., η οποία εμφανίστηκε µε την πληρεξούσια δικηγόρο της Δήμητρα Σκιώτη (ΑΜ ΔΣΘ 9816).
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ : ……. του ……., κατοίκου …………….. Φθιώτιδας, µε ΑΦΜ ……., ο οποίος εμφανίστηκε µε την πληρεξούσια δικηγόρος του …….
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης, που έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την παραπάνω δικάσιμο, κατόπιν αναβολών, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 682 και 688 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επιτρέπεται και διατάσσεται σε περίπτωση που υπάρχει επικείμενος κίνδυνος ο οποίος απειλεί το επίδικο δικαίωμα ή την απαίτηση και προς αποτροπή του ή σε περίπτωση συνδρομής επείγουσας περίπτωσης, η οποία επιβάλλει την ταχεία και άμεση λήψη μέτρων πριν ή κατά τη διάρκεια της τακτικής διαγνωστικής δίκης. Αν οι πραγματικές αυτές προϋποθέσεις δεν υπάρχουν ή δεν πιθανολογούνται δεν δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, καθόσον αυτά αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, κατά τον οποίο τα εξαναγκαστικά μέτρα κατά της περιουσίας ή του προσώπου διατάσσονται και λαμβάνονται µόνο μετά την οριστική και τελεσίδικη διάγνωση της απαίτησης και µε τις εγγυήσεις και διατυπώσεις της τακτικής διαδικασίας. Συνεπώς, όταν ο νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, η οποία να δικαιολογείται από τη συνδρομή πραγματικών περιστατικών, και, συγκεκριμένα κινδύνου να ματαιωθεί η απαίτηση ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390 και 1391 ΑΚ προκύπτει ότι για τη θεμελίωση αξίωσης του ενός από τους συζύγους για καταβολή σ’ αυτόν διατροφής σε χρήμα από τον άλλο, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, πρέπει ο ενάγων να επικαλείται και να αποδεικνύει τη συζυγική ιδιότητα, τη διακοπή της συμβίωσης για εύλογη αιτία, ότι οι βιοτικές του ανάγκες, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών της χωριστής διαβίωσης, δικαιολογούν τον προσδιορισμό της διατροφής στο ζητούμενο µε την αγωγή χρηματικό ποσό, χωρίς να είναι αναγκαίο και να εξειδικεύει τις ανάγκες αυτές, αναφέροντας και την απαιτουμένη για κάθε µία δαπάνη, αλλά αρκεί µόνο να αναφέρει το συνολικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών του αυτών. Εξάλλου, δεν απαιτείται να διαλαμβάνεται στην αγωγή, ούτε στην απόφαση, η αποτίμηση της συνεισφοράς του καθενός από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, αφού η υποχρέωση για τη συνεισφορά αυτή υπάρχει όσο διατηρείται η έγγαμη συμβίωση, ενώ όταν αυτή διακοπεί, αντικαθίσταται µε τη χρηματική διατροφή, που προσδιορίζεται από τη σύγκριση των εκατέρωθεν οικονομικών δυνατοτήτων. Στον εναγόμενο απόκειται να προβάλλει και να αποδείξει, ως καταλυτικούς (ολικά ή μερικά) ισχυρισμούς, τις οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων συζύγων, που προσδιορίζουν την αναλογία της συνεισφοράς καθενός απ’ αυτούς στη διατροφή αυτή.
Με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα εκθέτει ότι µε τον καθ’ ου η αίτηση σύναψαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο, από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, ενήλικα σήμερα, ότι η έγγαμη συμβίωση δεν εξελίχθηκε ομαλά, επιδεινώθηκε ιδιαίτερα μετά το καλοκαίρι του έτους 2015, και διακόπηκε στις 14-8-2016 μετά την άσκηση ενδοοικογενειακής βίας, επικαλούμενη, δε, επείγουσα περίπτωση και επικείμενο κίνδυνο, ζητά να υποχρεωθεί ο καθ’ ου να της καταβάλει μηνιαία το ποσό των 467 ευρώ ως προσωρινή διατροφή, μέχρι την έκδοση απόφασης επί κύριας αγωγής που προτίθεται να ασκήσει, προκαταβολικά στην αρχή κάθε μήνα από την επίδοση της αίτησης µε το νόμιμο τόκο, καθώς και να καταδικαστεί ο καθ’ ου η αίτηση στη δικαστική δαπάνη της.
Η αίτηση παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682 επ. ΚΠολΔ) ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (683 παρ. 1 και 22 ΚΠολΔ). Είναι νόμιμη, στηρίζεται, δε, στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 1389, 1390, 1391, 1392 και 1498 του ΑΚ, 176, 728 παρ. 1 περ. α, και 729 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.
Κατά τους ορισμούς και την έννοια των άρθρων 1389 – 1392 εδ. 2, 1495 ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, οπότε εξακολουθεί µεν ο μεταξύ των συζύγων γάμος, αλλά δεν μπορεί να γίνει λόγος περί συνεισφοράς αυτών προς αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, μεταξύ των οποίων και η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή, αφού µε τη διακοπή της συμβίωσης έπαυσε να υπάρχει και να λειτουργεί κοινός οίκος και να δημιουργούνται οικογενειακές ανάγκες, εκείνος από τους συζύγους που για εύλογη στο πρόσωπό του αιτία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση, δικαιούται από τον άλλο, ανεξαρτήτως του εάν ο ένας είναι εύπορος και ο άλλος άπορος, διατροφή σε χρήμα, που προκαταβάλλεται μηνιαία και υποκαθιστά τη συνεισφορά του υπόχρεου υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής. Η υποχρέωση για καταβολή κατά μήνα διατροφής σε χρήμα, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι συνέπεια της κατά το άρθρο 1389 ΑΚ υποχρέωσης συνεισφοράς των συζύγων στην αμοιβαία διατροφή αυτών κατά τη διάρκεια του γάμου και δεν εξομοιώνεται µε την κατά τα άρθρα 1485 επ. ΑΚ διατροφή, ούτε µε την κατά τα άρθρα 1442 επ. ΑΚ οφειλόμενη μετά το διαζύγιο, υπάρχει δε και αν ακόμη ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου και τούτο για το λόγο ότι µε δική του πρωτοβουλία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση. Στην τελευταία όμως αυτή περίπτωση, αν το παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συνιστά λόγο διαζυγίου, αναγόμενο σε υπαιτιότητα αυτού, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης σ’ αυτόν από τον άλλο διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρησή του (ελαττωμένη διατροφή) μετά από ένσταση του εναγόμενου, για την πληρότητα όμως της οποίας δεν αρκεί η παράθεση των παραπτωμάτων του ενάγοντος συζύγου, αλλά απαιτείται και αντίστοιχο αίτημα, όπως επίσης και προσδιορισμός από τον ενιστάμενο του ποσού της κατ’ αυτόν οφειλόμενης ελαττωμένης διατροφής. Περαιτέρω, ο εναγόμενος σύζυγος αποκρούοντας την αγωγή μπορεί να αρνηθεί την ιστορική βάση της αγωγής, ήτοι το γάμο, την διακοπή της συμβίωσης, το εύλογο της διακοπής και τις επικαλούμενες ανάγκες του ενάγοντα συζύγου. Τέλος, η ένσταση του εναγόμενου για διακινδύνευση της δικής του διατροφής αν, καταβάλλει στην ενάγουσα την αιτούμενη διατροφή, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 1487, δεν έχει εφαρμογή επί διατροφής μεταξύ συζύγων. Περαιτέρω, ο σύζυγος ο υπόχρεος προς συνεισφορά στις ανάγκες της οικογένειας (εάν οι σύζυγοι συμβιώνουν) ή προς διατροφή του εν διαστάσει συζύγου του (σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης) ή ο πρώην σύζυγος ο υπόχρεος προς μεταγαμιαία διατροφή του πρώην συζύγου του μετά από το διαζύγιο, στην περίπτωση που οι οικονομικές του δυνάμεις του επιτρέπουν να εξασφαλίζει μόνον τη δική του διατροφή, μπορεί να προτείνει την ένσταση παραπομπής στον επόμενο υπόχρεο, ήτοι στον υποδεικνυόμενο κατιόντα ή ανιόντα του δικαιούχου συζύγου του, σύμφωνα µε το άρθρο 1491 παρ.1 περ. α’ ΑΚ (στην περίπτωση που είναι σύζυγος εν διαστάσει ή µη) ή στον υποδεικνυόμενο κατιόντα ή ανιόντα του δικαιούχου πρώην συζύγου του, σύμφωνα µε το άρθρο 1491 παρ. 2 ΑΚ (στην περίπτωση που είναι πρώην σύζυγος). Κατά της ένστασης αυτής παραπομπής μπορεί ο δικαιούχος σύζυγος ή πρώην σύζυγος να προβάλει την αντένσταση ότι οι κατιόντες ή ανιόντες του, στους οποίους τούτος παραπέμπεται, δεν είναι σε θέση να του δώσουν διατροφή χωρίς να διακινδυνεύσει η δική τους (άρθρο 1487 εδ. α’ ΑΚ). Η εκ του άρθρου 1487 εδ. α’ ΑΚ αντένσταση αυτή δεν είναι «εκ δικαιώματος τρίτου», επειδή µε αυτή δεν ασκείται δικαίωμα αλλά προτείνεται απλό πραγματικό γεγονός καταλυτικό της ένστασης παραπομπής. Εάν τέτοιοι επόμενοι υπόχρεοι, κατιόντες ή ανιόντες του δικαιούχου συζύγου δεν υπάρχουν (οπότε δεν μπορεί να προταθεί η ένσταση παραπομπής του άρθρου 1491 παρ. 1 περ. α’ ή παρ. 2) ή εάν προβάλλεται από το δικαιούχο και προκύπτει ότι αυτοί δεν είναι σε θέση να διαθρέψουν το δικαιούχο χωρίς κίνδυνο της δικής τους διατροφής (οπότε ευδοκιμεί η εκ του άρθρου 1487 εδ. α ΑΚ αντένσταση και παραλύει η εκ του άρθρου 1491 ΑΚ ένσταση παραπομπής), τότε τα αποτελέσματα διαφέρουν ανάλογα µε την ιδιότητα του υπόχρεου ως συζύγου ή ως πρώην συζύγου. Εξάλλου, κατά το άρθρο 281 ΑΚ, απαγορεύεται η άσκηση του δικαιώματος ως καταχρηστική όταν, η προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου και η εξ αυτής δημιουργηθείσα κατάσταση δεν δικαιολογείται και καθιστά µη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, ιδίως εφόσον εκ τούτων δημιουργήθηκε εύλογα στον υπόχρεο η πεποίθηση ότι δεν θα ασκηθεί το δικαίωμα, του οποίου η άσκηση επιφέρει τις επαχθείς συνέπειες, δημιουργώντας του εύλογα συναίσθημα αδικίας.
Ο καθ’ ου η αίτηση µε προφορική και έγγραφη δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρόχειρα πρακτικά του Δικαστηρίου, και περιέχεται στο έγγραφο σημείωμα της, αρνείται το περιεχόμενο της αίτησης, και περαιτέρω ισχυρίζεται ότι α) η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης επήλθε αποκλειστικά από λόγους που ανάγονται στο πρόσωπο της αιτούσας, άλλως για εύλογη ως προς τον ίδιο αιτία και από αποκλειστική υπαιτιότητα της αιτούσας, και δεν δικαιούται διατροφής, επικουρικά η αιτούσα συντέλεσε στη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης µε παράπτωμα που συνιστά λόγο διαζυγίου, οπότε δικαιούται ελαττωμένης διατροφής, άλλως είναι υπόχρεη σε συνεισφορά σε ποσοστό 50%, β) ότι η αιτούσα ασκεί καταχρηστικά το αίτημα για διατροφή της, διότι είναι αποκλειστικά υπαίτια της διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης, γ) θα διακινδυνεύσει η δική του διατροφή επειδή είναι ανεπαρκών οικονομικών δυνατοτήτων δεδομένης της βεβαρημένης κατάστασης της υγείας του, και η αιτούσα δύναται να απευθύνει αίτημα προς τη συγκάτοικο μητέρα της και τον αδελφό της, οι οποίοι είναι σε θέση να τη βοηθήσουν διότι έχουν αυξημένα εισοδήματα.
Ο πρώτος ισχυρισμός του καθ’ ου η αίτηση, όπως συνολικά εκτιμάται από το Δικαστήριο, αποτελεί ένσταση ελαττωμένης διατροφής, είναι νόμιμος κατά τα αναφερόμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα του. Ο δεύτερος ισχυρισμός είναι µη νόμιμος και πρέπει να απορριφθεί, αφού ακόμη και αν θεωρηθούν αληθινά τα γεγονότα, που επικαλείται ο καθ’ ου η αίτηση, δεν δύνανται να θεμελιώσουν την ένσταση αυτή, καθόσον για τη θεμελίωση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος δεν αρκεί η γενικόλογη αναφορά ενός περιστατικού αλλά εκτός από τη μακρόχρονη αδράνεια του δικαιούχου απαιτείται επίκληση προηγούμενης συμπεριφοράς του δικαιούχου και ειδικών περιστάσεων, ώστε η ανατροπή τους από την άσκηση του δικαιώματος να προκαλεί εύλογα συναίσθημα αδικίας, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω νομική σκέψη. Ο τρίτος ισχυρισμός του, όπως προτάθηκε αυτοτελώς το πρώτο σκέλος του είναι µη νόμιμος και πρέπει να απορριφθεί καθόσον σε περίπτωση αιτήματος διατροφής συζύγου κατά τη διάσταση των συζύγων ο υπόχρεος σύζυγος δεν νομιμοποιείται να προτείνει σχετική ένσταση ιδίας διακινδύνευσης, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω νομική σκέψη, ενώ σε συνδυασμό µε το δεύτερο σκέλος ο ισχυρισμός αυτός του καθ’ ου η αίτηση αποτελεί ένσταση παραπομπής της διατροφής της αιτούσας σε έτερους υπόχρεους, ο οποίος ως προς τη μητέρα της αιτούσας πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος, διότι δεν περιέχει τα απαιτούμενα στοιχεία από το νόμο, αφού δεν εξειδικεύονται τα οικονομικά στοιχεία αυτής (μητέρας) ως έτερης υπόχρεης, και ως προς τον αδελφό της αιτούσας, πέραν της αοριστίας του, πρέπει να απορριφθεί ως µη νόμιμος, καθόσον τα αδέλφια δεν περιλαμβάνονται στους έτερους υπόχρεους διατροφής του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ανωτέρω στη μείζονα σκέψη.
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, ……του ……και …… του ……, των εγγράφων, τα οποία νομότυπα προσκομίζουν οι διάδικοι, της µε αριθμό ……/13-3-2017 ένορκης βεβαίωσης της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ……, η οποία λήφθηκε µη σύννομα κατά το άρθρο 422 ΚΠολΔ, δηλαδή χωρίς της απαιτούμενη από το νόμο γνωστοποίηση, άρθρο που εφαρμόζεται κατά τη διάταξη του άρθρου 591 ΚΠολΔ εφόσον δεν υπάρχει ειδική διάταξη η οποία να ρυθμίζει σχετικά το θέμα εντός, δε, της προθεσμίας κατάθεσης σημειώματος, και εκτιμούνται ως δικαστικά τεκμήρια κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, και αποκλειστικά για την αντίκρουση ισχυρισμών που προβλήθηκαν το πρώτον στο ακροατήριο (άρθρο 238 εδ. γ’ ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του µε το Ν. 4335/2015, και άρθρο 591 παρ. 1 εδ. στ’, όπως ισχύει), των ομολογιών των διαδίκων, όπως αυτές διατυπώνονται στα δικόγραφα που κατέθεσαν στο Δικαστήριο αυτό, όλα όσα ανέπτυξαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους στο ακροατήριο, καθώς και µε τα έγγραφα σημειώματά τους, και από όλη γενικά τη διαδικασία, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 23-10-1983 στην ……………. Φθιώτιδας, από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, ενήλικα σήμερα, τον ……, που γεννήθηκε στις …….1984, και την ……, που γεννήθηκε στις ………..1989. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων μετά τα πρώτα έτη δεν εξελίχθηκε ομαλά, και µε την πάροδο των ετών επιδεινωνόταν, καθόσον ο καθ’ ου η αίτηση επιδείκνυε προς την αιτούσα σύζυγό του υβριστική και βίαιη συμπεριφορά, ενώ στις 3-9-1990 ο καθ’ ου η αίτηση διαγνώστηκε από το Ψυχιατρικό Τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου Λαμίας ότι πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, για την παρακολούθηση της οποίας επισκεπτόταν τους ιατρούς του άνω τμήματος του νοσοκομείου και λάμβανε συνεχή φαρμακευτική αγωγή. Παρά το ψυχιατρικό πρόβλημα του καθ’ ου η αίτηση και την αντισυζυγική συμπεριφορά του η αιτούσα παρέμενε στην οικογενειακή στέγη και με υπομονή ανεχόταν τα επεισόδια, που δημιουργούσε ο καθ’ ου η αίτηση σε βάρος της για χάρη των τέκνων τους, Τον Οκτώβριο του 2013 διαγνώστηκε ότι ο καθ’ ου η αίτηση πάσχει από καρκίνο …………………… και χειρουργήθηκε στις 21-10-2013 …………….. και στη συνέχεια από 11-1-2013 μέχρι 24-2-2014 ολοκλήρωσε έξι (6) κύκλους adjuvant χημειοθεραπείας με το σχήμα ECX, και ακολούθησε ακτινοθεραπεία στην κοίτη του όγκου, ενώ στις 29-1-2015 διαγνώστηκε με ……………… λευχαιμία και υποβλήθηκε για τέσσερις (4) μήνες σε χημειοθεραπεία. Σε όλες τις ανωτέρω περιπέτειες της υγείας του καθ’ ου η αίτηση η αιτούσα του συμπαραστάθηκε, γεγονός που δεν αρνείται ο καθ’ ου η αίτηση, ενώ όσα αντίθετα αναφέρει η ………….. ……. στην προαναφερόμενη ένορκη βεβαίωση δεν δύναται να αξιολογηθούν από το Δικαστήριο, καθόσον αφορούν ισχυρισμό της αιτούσας που προτάθηκε το πρώτον κατά τη συζήτηση της αίτησης και επιπλέον διότι δεν προτάθηκαν από τον ίδιο τον καθ’ ου η αίτηση. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι παρά τη φροντίδα και περιποίηση του καθ’ ου η αίτηση από την αιτούσα αυτός συνέχιζε να συμπεριφέρεται ανάρμοστα στη σύζυγό του, µε αποκορύφωνα το περιστατικό της ….-……-2016, κατά το οποίο ο καθ’ ου η αίτηση εξύβρισε, απείλησε, και χτύπησε µε τα χέρια και τα πόδια του την αιτούσα προκαλώντας της περικογχικό αιμάτωμα αριστερού βραχίονα, αμυχές στην πρόσθια τραχηλική χώρα, αιμάτωμα στη μετωπική δεξιά χώρα, άλγος αριστερού βραχίονα, άλγος κάτω αριστερής γνάθου, αιμάτωμα κάτω δεξιάς γνάθου, και αίσθημα ζάλης και αδυναμίας, και για το οποίο, μετά από έγκληση της αιτούσας, εφαρμόστηκε η αυτόφωρη διαδικασία, ο καθ’ ου η αίτηση συνελήφθη στις …-…- 2016 και ασκήθηκε ποινική δίωξη, στις …-…-2016, για εξύβριση λόγω και έργω, ενδοοικογενειακή απειλή και ενδοοικογενειακή επικίνδυνη σωματική βλάβη. Κατά την προανακριτική απολογία του ο καθ’ ου η αίτηση δεν αρνήθηκε την κατηγορία αλλά δικαιολόγησε τις παράνομες πράξεις του από τις προκλήσεις που δέχθηκε από την αιτούσα, η οποία διαφώνησε µε τις απόψεις του και δεν σταμάτησε να διαφωνεί μαζί του µε αποτέλεσμα να τον εκνευρίσει. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα όσα αντίθετα για το ανωτέρω επεισόδιο περιέχονται στην ένορκη βεβαίωση της …………. του καθ’ ου ……. δεν δύναται να εκτιμηθούν από το Δικαστήριο, καθόσον αντιφάσκουν µε τους ισχυρισμούς του καθ’ ου η αίτηση αλλά και µε τα πραγματικά περιστατικά, που πιθανολογήθηκαν από τα αντίγραφα της ποινικής δικογραφίας, που προσκομίζονται νόμιμα. Κατόπιν του τελευταίου αυτού περιστατικού η αιτούσα αποφάσισε να µην υπομείνει στο μέλλον την υποτιμητική, υβριστική και βίαιη συμπεριφορά του καθ’ ου η αίτηση και αποχώρησε από τη συζυγική στέγη, της οποίας είναι συγκύρια κατά ποσοστό 50 % εξ αδιαιρέτου, και διαμένει στην πατρική οικία µε τη μητέρα της. Από τα ανωτέρω, προκύπτει ότι η διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του καθ’ ου η αίτηση, που προκάλεσε την αιτούσα να αποχωρήσει από τη συζυγική οικία µε την ως άνω συμπεριφορά του, που ήταν αντίθετη με εκδηλώσεις αγάπης, ενδιαφέροντος, και συμπαράστασης ενός συζύγου προς τον άλλο, ενώ υπαιτιότητα της αιτούσας ή συνυπαιτιότητά της στη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης δεν πιθανολογήθηκε από τα αποδεικτικά μέσα, που προσκομίστηκαν νόμιμα από τους διαδίκους. Συνακόλουθα, δεν πιθανολογήθηκε παράπτωμα της αιτούσας, που συνιστά βάσιμο λόγο διαζυγίου, και επομένως πρέπει να απορριφθεί η σχετική ένσταση του καθ’ ου η αίτηση περί ελαττωμένης διατροφής της αιτούσας. Συνεπώς, εφόσον η αιτούσα διέκοψε την έγγαμη συμβίωση της µε τον καθ’ ου η αίτηση σύζυγό της από εύλογη γι’ αυτήν αιτία, δικαιούται πλήρους διατροφής σε χρήμα, το ύψος της οποίας προσδιορίζεται σύμφωνα µε τις ανάγκες της, όπως είχαν διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, αφού συνεκτιμηθούν οι διαφοροποιήσεις που προκλήθηκαν από τη χωριστή διαβίωση της, υπό την προϋπόθεση όμως ότι από τις εκατέρωθεν οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων ως συζύγων και το συσχετισμό των οφειλομένων εκατέρωθεν συμβολών προκύπτει διαφορά υπέρ της αιτούσας.
Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι κατά τη διάρκεια του γάμου τους ο καθ’ ου η αίτηση εργαζόταν σε …………….. μέχρι το μήνα Αύγουστο του έτους 2013, οπότε συνταξιοδοτήθηκε, και οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές του από τη βασική σύνταξη ανέρχονται κατά τη συζήτηση στο ποσό των 1.170,54 ευρώ, ενώ η αιτούσα φρόντιζε την οικογένειά της, σύζυγο και τέκνα, και τις οικιακές εργασίες, συγχρόνως δε εργαζόταν σε διάφορες εργασίες. Κατά τα τελευταία έτη, δε, εργάστηκε µε σύμβαση ορισμένου χρόνου ως ……………….. µε τετράωρη απασχόληση στο Δήμο ……………… από 1-8-2007 μέχρι 31-1-2009 και από 14-12-2009 μέχρι 13-6-2011, ακολούθως από 1-7-2012 ασφαλίστηκε στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων ως ιδιοκτήτρια αγροτεμαχίων, και κατά το χρόνο της διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης και μέχρι το μήνα Νοέμβριο του έτους 2016 εργαζόταν ως οικιακή βοηθός στην οικία ………… στην …………………… δύο µε τρεις φορές εβδομαδιαία µε αμοιβή το ποσό των 30 ευρώ την ημέρα. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι ο διάδικοι είναι συγκύριοι 50 % εξ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου, εμβαδού 508 τµ, µε το επ’ αυτού διώροφο κτίσμα, που αποτελείται από ισόγεια αποθήκη εμβαδού 103 τμ, και οικία πρώτου ορόφου εμβαδού 103 τµ, που βρίσκονται στην …………………. . Επιπλέον, ο καθ’ ου η αίτηση είναι α) συγκύριος κατά ποσοστό 16,66 % εξ αδιαιρέτου επί ενός οικοπέδου, εμβαδού 1.850 τµ, που βρίσκεται στον οικισμό ……. Δήμου …………., µε την επ’ αυτού διώροφη οικία, από την οποία δεν πιθανολογήθηκε ότι έχει έσοδα, β) συγκύριος κατά ποσοστό 37,5 % εξ αδιαιρέτου σε τρεις ελαιώνες και δύο βοσκοτόπους στο Δήμο …………… και γ) πλήρης κύριος δύο ελαιώνων στο Δήμο ……………….., από τα οποία (ελαιώνες και βοσκότοπους) έχει εισοδήματα τουλάχιστον 600 ευρώ ετησίως και λαμβάνει επιδοτήσεις ύψους 1.058 ευρώ περίπου, καθώς και δ) πλήρης κύριος ενός αυτοκινήτου µε αριθμό κυκλοφορίας ……. έτους πρώτης κυκλοφορίας 2014 µε αντικειμενική αξία 5.200 ευρώ (βλ. κατάθεση μάρτυρα αιτούσας, ομολογία του καθ’ ου η αίτηση στο σημείωμα του, και φορολογικές δηλώσεις ΕΊ και Ε9). Ο καθ’ ου η αίτηση πιθανολογήθηκε ότι διαμένει στην ως άνω οικογενειακή κατοικία στην …………………. και επομένως δεν επιβαρύνεται µε δαπάνες στέγασης, εφόσον δεν καταβάλλει αντάλλαγμα στην αιτούσα, που είναι συγκύρια κατά ποσοστό 50 % εξ αδιαιρέτου της οικογενειακής στέγης, επιβαρύνεται όμως µε τα λειτουργικά έξοδα της κατοικίας αυτής (ηλεκτρισμού, νερού, τηλεφώνου), ενώ έχει να αντιμετωπίσει και τις δαπάνες διατροφής, ένδυσης και ψυχαγωγίας του. Άλλα εισοδήματα ή περιουσία δεν πιθανολογήθηκε ότι έχει ο καθ’ ου η αίτηση ούτε ότι βαρύνεται με την κατά νόμο υποχρέωση διατροφής άλλου προσώπου. Περαιτέρω, ο καθ’ ου η αίτηση, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, πιθανολογήθηκε ότι νόσησε από καρκίνο …………… και …………….., ενώ πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Ωστόσο, από τα ιατρικά πιστοποιητικά που προσκομίζει δεν πιθανολογήθηκαν ότι οι δαπάνες, που επικαλείται όπως προκύπτουν από τις αποδείξεις που αφορούν σε γαστροσκόπηση (7-2-2017), επίσκεψη σε ψυχολόγο (24-1-2017), εξετάσεις από ιατρό βιοπαθολόγο (9-2-2017), επίσκεψη σε ενδοκρινολόγο του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης (8-2-2017), επίσκεψη σε ιατρό άνευ ειδικότητας στο Βόλο (6-4-2016), πραγματοποιούνται κάθε μήνα και σχετίζονται µε αναγκαίους ελέγχους των προαναφερόμενων ασθενειών. Πρέπει να σημειωθεί ότι για τις από 28-12-2016 και 9-2-2017 αποδείξεις του ιδιωτικού διαγνωστικού κέντρου «………….», ποσού 18 ευρώ και 42 ευρώ αντίστοιχα, δεν πιθανολογήθηκε η αιτία της πραγματοποίησης των εξετάσεων αυτών και ιδίως από ιδιωτικό κέντρο, αφού ο καθ’ ου η αίτηση είναι ασφαλισμένος του ΙΚΑ. Επιπλέον, ο καθ’ ου η αίτηση ισχυρίζεται ότι δαπανά το ποσό των 300 ευρώ το μήνα για οδοντοθεραπείες, και το ποσό των 25 ευρώ για φάρμακα, όμως α) από τις από 16-6-2016, 1-8-2016, 3-10-2016 και 21-11-2016 αποδείξεις της οδοντιάτρου ……. πιθανολογείται ότι ο καθ’ ου η αίτηση υποβλήθηκε σε σχετική οδοντοθεραπεία, η οποία ολοκληρώθηκε, αφού πέραν των αποδείξεων δεν προσκομίζεται σχετική ιατρική βεβαίωση για περιοδικούς ελέγχους και θεραπείες, ενώ β) από τις από 3-3-2016, 25-4-2016, 26-4-2016, 24-5-2016, 30-5-2016, 17-6-2016, 1-7-2016, 29-7-2016, 5-12-2016 και 5-12-2016 αποδείξεις τριών διαφορετικών φαρμακείων δεν πιθανολογείται ο αγοραστής των ειδών ούτε τα είδη που αγοράστηκαν, αφού είναι απλές ταμιακές αποδείξεις, µε συνέπεια το Δικαστήριο να αδυνατεί να αξιολογήσει εάν πράγματι αφορούν στις ασθένειες του καθ’ ου η αίτηση, ο οποίος, όπως προαναφέρεται είναι ασφαλισμένος του ΙΚΑ και θα έπρεπε να προκύπτει η συμμετοχή του στην αγορά φαρμάκων.
Περαιτέρω, η αιτούσα, ηλικίας 53 ετών, όπως προαναφέρθηκε εργαζόταν µε μερική απασχόληση ως …………….. μέχρι το μήνα Νοέμβριο του έτους 2016, και κατά το φορολογικό έτος 2015 είχε δηλωθέν εισόδημα από αγροτικές δραστηριότητες 2,57 ευρώ, αυτοτελώς φορολογητέο ποσό 1.346,30 ευρώ (επιδοτήσεις), και τεκμαρτό εισόδημα ύψους 4.800 ευρώ, που αφορά στην ιδιότητα της ως έγγαμη (2.500 ευρώ) και στην κυριότητα του µε αριθμό κυκλοφορίας ……. αυτοκινήτου (2.300 ευρώ), το οποίο χρησιμοποιεί ο καθ’ ου η αίτηση και αγοράστηκε στο όνομά της για φορολογικούς λόγους (βλ. κατάθεση μάρτυρα της αιτούσας). Επιπλέον, πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα πέραν της συγκυριότητάς της µε τον καθ’ ου η αίτηση στην οικογενειακή στέγη µε το υπό αυτής οικόπεδο έχει στην πλήρη κυριότητά της στο Δήμο …………… τέσσερις ελαιώνες, από τους οποίους πιθανολογήθηκε ότι έχει έσοδα τουλάχιστον για την κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών, που ανήλθαν για το έτος 2016 στο ποσό των 1.070 ευρώ, καθόσον το ποσό των 8,225 ευρώ, που ισχυρίζεται ο καθ’ ου η αίτηση δεν επιβεβαιώνεται από οποιοδήποτε αποδεικτικό µέσο ούτε βέβαια από την ένορκη βεβαίωση της ……………….. Πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε ο καθ’ ου η αίτηση κατά το φορολογικά έτη 2014 και 2015 δεν έχει δηλώσει ως έσοδα της αιτούσας από ελαιοκαλλιέργεια το ανωτέρω ποσό των 8.225 ευρώ. Εξάλλου, η αιτούσα πιθανολογήθηκε ότι α) πάσχει από χρόνια αρθρίτιδα της επιγονατιδοµηριαίας άµφω γονάτων κα οστεοαρθρίτιδα δεξιού γόνατος µε ύδραρθρο και έντονο άλγος, εξάρσεις οξείας οσφυαλγίας επί εδάφους κήλης μεσοσπονδύλιου δίσκου Ο3 – 11 µε έντονο άλγος και μυϊκό σπασμό µε συστάσεις για αποφυγή άρσης βάρους, σκαλιών και ορθοστασίας (βλ. την από 10-11-2016 ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού ορθοπεδικού ……..), β) εµφάνισε κύστη των έσω γεννητικών οργάνων που χρειάζεται περιοδικούς ελέγχους (βλ. την από 10-11-2016 ιατρική γνωμάτευση του μαιευτήρα – χειρουργού γυναικολόγου ……..), και γ) παρουσίασε οζώδη βρογχοκήλη στο θυρεοειδή αδένα της, πάθηση που χρήζει ιατρικής παρακολούθησης ανά τακτά χρονικά διαστήματα κατά µέσο όρο ανά 6 – 12 μήνες είτε µε αιματολογικές ορµονολογικές εξετάσεις είτε µε υπερηχογράφημα ή ελαστογραφία θυρεοειδούς είτε µε συνδυασμό των ανωτέρω, ενώ η αγωγή (θεραπεία µε L – thyroxine) προσαρμόζεται ανάλογα µε τα εκάστοτε αποτελέσματα των εξετάσεων (βλ. την από 7-12-2016 του ενδοκρινολόγου ……..). Από τα ανωτέρω προβλήματα υγείας, και εφόσον δεν πιθανολογήθηκε ότι έχει οποιαδήποτε ειδική εκπαίδευση ή μόρφωση ή επαγγελματική κατάρτιση, αφού κατά το παρελθόν εργάστηκε κυρίως ως ……………, προκύπτει ιδιαίτερα δυσχερής θέση εργασίας η οποία δε συνάδει µε την υγεία και την ηλικία της δεδομένης και της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας. Επομένως, μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης η αιτούσα διαμένει µε τη μητέρα της και τον άγαμο αδελφό της στην πατρική οικία, δεν καταβάλλει αντάλλαγμα για τη στέγαση, βαρύνεται όμως µε την ανάλογη συμμετοχή της στα λειτουργικά έξοδα της οικίας αυτής (ηλεκτροδότησης, υδροδότησης, τηλεφωνικής σύνδεσης κ.λπ.), που είναι οι συνηθισμένες, ενώ έχει να αντιμετωπίσει και τις δαπάνες διατροφής, ένδυσης και ψυχαγωγίας της, καθώς και την ιατροφαρμακευτική της κάλυψη, ενόψει και των σημαντικών προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει, που χρήζουν περιοδικούς ελέγχους. Συνεπώς, οι καθημερινές μηνιαίες ανάγκες της αιτούσας κατά τον επίδικο χρόνο ανέρχονται µε μέτρο τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής συνεκτιμώντας και τις νέες προσωπικές ανάγκες της από τη χωριστή πλέον διαβίωση στο ποσό των 600 ευρώ το μήνα. Εφόσον λοιπόν ο καθ’ ου η αίτηση κατά τη διάρκεια της συμβίωσης όφειλε τη μεγαλύτερη συνεισφορά, είναι υπόχρεος σε χρηματική διατροφή της αιτούσας, η οποία είναι η σύζυγος που κατά τη διάρκεια της συμβίωσης όφειλε τη μικρότερη συνεισφορά, µε βάση, δε, τις οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων συζύγων, όπως αυτές καθορίζονται από τα ως άνω εισοδήματα τους και την περιουσία τους προσοδοφόρα και απρόσοδη, καθώς και από τις πρόσθετες υποχρεώσεις τους, σε συσχετισμό των δυνάμεων του καθενός προς το άθροισμα των δυνάμεων και των δύο, κατά το διάστημα της συμβίωσης τους και κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, συνεκτιμώντας τις ανάγκες της αιτούσας κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, και των νέων συνθηκών και αναγκών της τελευταίας μετά τη διάσπαση της συμβίωσης και τη χωριστή εγκατάσταση, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αιτούσα δικαιούται να αξιώσει από τον καθ’ ου η αίτηση διατροφή σε χρήμα, ανερχόμενη στο ποσό των 370 ευρώ μηνιαίως, ποσό που ανταποκρίνεται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή και τη συντήρηση της αιτούσας και αποτελεί τη διαφορά που προκύπτει εάν από τη δική του συμμετοχή στις ανάγκες αυτής αφαιρεθεί η δική της συνεισφορά στις ανάγκες αυτού η οποία θα καταβαλλόταν και υπό καθεστώς έγγαμης συμβίωσης. Επομένως, πρέπει να γίνει μερικά δεκτή η κρινόμενη αίτηση εφόσον πιθανολογήθηκε ότι υφίσταται επείγουσα περίπτωση (άμεσες επιτακτικές ανάγκες της αιτούσας – δικαιούχου της διατροφής). Τα παραπάνω ισχύουν μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της κύριας αγωγής, που υποχρεούται να ασκήσει η αιτούσα, κατ’ άρθρο 693 & 1 ΚΠολΔ, εντός προθεσμίας (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής. Τέλος, η δικαστική δαπάνη των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστεί στο σύνολο της, επειδή υφίσταται μεταξύ τους σχέση συζύγων (άρθρα 176 εδ. 1. 178 & 1, και 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ τη µε αριθμό κατάθεσης …….. /2016 αίτηση αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικά την αίτηση.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον καθ’ ου η αίτηση να καταβάλλει στην αιτούσα το ποσό των τριακοσίων εβδομήντα (370) ευρώ μηνιαία, για τη συνεισφορά του στη διατροφή της, προκαταβολικά το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, από την επίδοση της αίτησης, µε το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας παροχής.
ΤΑΣΣΕΙ προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής για την άσκηση κύριας αγωγής.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ το σύνολο των δικαστικών εξόδων μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Λαμία, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις 13 Απριλίου 2017, απόντων των διαδίκων
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ